Κούταλη, νησί του Αρχιπελάγους των Μαρμαρονήσων
Η Κούταλη (τ. Ekinlik Adası), ένα λιλιπούτιο ελληνικό νησάκι, το μικρότερο και δυτικότερο από τα τέσσερα κατοικημένα Μαρμαρονήσια, παρά το ελάχιστο μέγεθός της διαδραμάτισε σημαντικότατο ρόλο στη θαλασσινή ιστορία του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ού. Τα 30 σπογγαλιευτικά του νησιού έφερναν 30.000 λίρες τον χρόνο και η ψαραγορά της ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μετά το Μπαλούκ Χανέ, την ψαραγορά της Πόλης, ενώ τα ιστιοφόρα της, που ταξίδευαν στη Μαύρη Θάλασσα, την Αζοφική και τον Δούναβη, έφερναν κι άλλα πολλά πλούτη. Οι μεγαλύτεροι ποτοποιοί ήταν οι Κονιόρδοι. Κρασιά έκαναν και οι Καλογιάννηδες. Οι Ζαχάρωφ ζούσαν μεταξύ Ρωσίας, Αγγλίας και Περσίας. Οι καραβοκύρηδες Βλαστοί έγιναν εφοπλιστές. Αλλά το Σύνταγμα του 1908 και η υποχρεωτική στράτευση των Χριστιανών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ανάγκασε πολλούς Κουταλιανούς να φύγουν για την Αμερική, ενώ ο Διωγμός του 1915-1918 ήταν ένα ακόμα σκληρό πλήγμα σε βάρος της συρρικνωμένης νησιωτικής κοινότητας των 2.800 μελών, πριν από την υποχρεωτική Έξοδο του 1922. Οι περισσότεροι πρόσφυγες βρέθηκαν στη Λήμνο. Ψαράδες, σφουγγαράδες, καϊκτσήδες, άνθρωποι της θάλασσας που μετέφεραν όλη την Πατρίδα στα κοντινά νερά. Άλλοι εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη και σε διάφορα μέρη της Μακεδονίας, άλλοι έφυγαν για τη Μασσαλία κι όπου αλλού είχαν επαγγελματικές επαφές από τα παλαιά. Πίσω στο νησί δεν έμεινε τίποτα. Από τα μεγάλα καπετανόσπιτα σώθηκαν τέσσερα-πέντε, ανάμεσα στα οποία του Ιωάννη Παντελή (με επιγραφή: 1827).