Καϊκουνίδης, Σαμψούντα (2009)
[Βιβλιογραφία]
Μιχαήλ Χ. Καϊκουνίδης, Σαμψούντα, πόλη της φωτιάς. Από την Όξε και το Ακτουβάν της Περιφέρειας Σαμψούντας στο Ευρύπεδον-Κυργίων-Δράμας (Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη Α.Ε., Θεσσαλονίκη 2009)
Πρώτα πρέπει να τονιστεί ότι η Σαμσούντα (τουρκικά Samsun) γράφεται συνήθως με μσ, όπως χρησιμοποιείται το τοπωνύμιο μέσα στο βιβλίο, και όχι με μψ, όπως στο εξώφυλλο. Προφέρεται δε Σαμσούντα. Απορεί κανείς πώς υπάρχουν δύο ορθογραφίες στο ίδιο βιβλίο. Η ευθύνη πρέπει να αποδοθεί μάλλον στον εκδότη –εξάλλου υπάρχουν κι άλλες εκδοτικές προχειρότητες, αλλά αυτή στο εξώφυλλο είναι εκκωφαντική.
Σχετικά με το βιβλίο και το περιεχόμενο. Ο Μιχάλης Καϊκουνίδης είναι ένας από εκείνους τους Πόντιους πρόσφυγες της τρίτης γενιάς, που επιστρέφουν στην Πατρίδα για να βρουν τα πατρογονικά. Εκείνος έψαξε την Όξε (σήμερα Kutlukent) και το Ακτουβάν (σήμερα Akgöl ή και Akdoğan), μικρά χωριά στην περιοχή της Σαμσούντας, όπου γεννήθηκαν η γιαγιά του και ο παππούς του. Έκανε, επίσης, έρευνα στο πολύτιμο Αρχείο του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, όπου βρήκε σημαντικές μαρτυρίες για τα δυο ποντιακά χωριά, καθώς και σε αρχεία εφημερίδων κ.ά. σχετικά με τον τόπο εγκατάστασης των παππούδων: το χωριό Ευρύπεδον (παλαιό τουρκοχώρι Ασαά Μαχαλέ) στον κάμπο της Δράμας, κοντά στο κεφαλοχώρι Κύργια. Σε αυτά να προστεθεί η βιωματική εμπειρία που απέκτησε ο ΜΚ από πολλούς συγγενείς και συγχωριανούς.
Έτσι, όλα αυτά, που καταλαμβάνουν το δεύτερο και τρίτο μέρος του βιβλίου (σσ. 88-176), παρουσιάζουν το ενδιαφέρον της πρωτογενούς πηγής – μάλιστα σχετικά με μικρούς οικισμούς στον Πόντο και στην Ανατολική Μακεδονία, που θα παρέμεναν στην σκιά.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης και το τελευταίο μέρος του βιβλίου, όπου δημοσιεύονται φωτογραφίες, πολλές από τις οποίες από το οικογενειακό αρχείο του συγγραφέα. Αλλά το πόνημα είναι άνισο. Στο πρώτο μέρος (σσ. 9-87) ο ΜΚ καταπιάνεται με την ιστορία της Αμισού-Σαμσούντας, θέμα το οποίο δεν είναι για ερασιτέχνες.
Γενικά, λείπουν οι βιβλιογραφικές αναφορές. Χρήσιμοι θα ήταν και οι σύγχρονοι χάρτες, ένας για να εντοπίσει ο αναγνώστης τα ποντιακά χωριά κι ένας για να δει το Ευρύπεδον, τα Κύργια, την Δράμα.