Δέλτα του Δούναβη
[Ποτάμι]
Είδος
Από την Τούλτσεα (την «παραδουνάβια Μύκονο» του 1900), τα νερά του ποταμού χωρίζονται σε πέντε διακλαδώσεις –βραχίονες ή στόμια–, που καταλήγουν στη Μαύρη Θάλασσα περνώντας μέσα από τα έλη του πελώριου υδροβιότοπου.
Οι δύο αβαθείς βραχίονες ήταν ακατάλληλοι για πλεύσεις κι έχουν αφεθεί να ενωθούν με τα τενάγη• δεν είναι εύκολα αναγνωρίσιμοι. Η επικοινωνία πραγματοποιείται από τους τρεις πλωτούς βραχίονες: τον βόρειο (της Κίλιας) και τον νότιο (τού Αγίου Γεωργίου) που σχηματίζουν τις πλευρές του τριγώνου, και τον κεντρικό (του Σουλινά) –και συντομότερο–, στον οποίο έγιναν μεγάλα έργα για την εκβάθυνσή του και τη διευθέτηση της κοίτης του στα τέλη του 19ου αι., όταν η ναυσιπλοΐα-ποταμοπλοΐα εγκατέλειπε την παραδοσιακή ιστιοφορία και περνούσε στον ατμό.
ΒΟΡΕΙΟΣ βραχίων του Δέλτα: Braţul Chilia (παραφθορά της αρχαιοελληνικής ονομασίας Αχίλλεια• οι Βυζαντινοί τον έλεγαν και Λυκόστομον). Μήκος 125 χλμ. Ανοίγεται σε δύο κύριες διακλαδώσεις και δημιουργεί ένα μικρό πολύκλαδο δέλτα. Ο ρους του οριοθετεί το σύνορο μεταξύ Ρουμανίας (στα νότια) και Ουκρανίας (στα βόρεια). Στη βόρεια όχθη, η Μολντόβα (πρώην Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μολδαβίας) έχει μια στενότατη λουρίδα παραδουνάβιας γης καταμεσής ουκρανικών και ρουμανικών εδαφών: μόλις 800 μέτρα του υδάτινου συνόρου, που της επιτρέπουν να επικοινωνεί με τη Μαύρη Θάλασσα και να δημιουργήσει μια σύγχρονη ποταμόσκαλα.
Οι ουκρανικές πόλεις του βραχίονα είναι το Ιζμαήλ και η Κίλια (Kilija), ενώ 16 χλμ πριν από τις εκβολές βρίσκεται το Βίλκοβο, ένας γραφικός οικισμός ψαράδων χωμένος στα δαιδαλώδη κανάλια. Τον ίδρυσαν το 1741 οι Λιπποβάνοι φυγάδες, Ορθόδοξοι «σχισματικοί», κυνηγημένοι από τους Κοζάκους της τσαρικής Ρωσίας για τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις.
Από τη νότια όχθη του βραχίονα Κίλια και κάτω όλο το Δέλτα ανήκει στη Ρουμανία. Διοικητικά υπάγεται στην επαρχία Τούλτσεας και εκκλησιαστικά στη Μητρόπολη Κάτω Δούναβη, που εδρεύει στο Γαλάτσι, ενώ η λιμνοθάλασσα Σινόιε υπάγεται στην επαρχία Κωνστάντζας. Οι δύο επαρχίες, μεταξύ Δούναβη, Δέλτα και Μαύρης Θάλασσας, αποτελούσαν μέρος της Ντομπρουτζάς, της βορειοανατολικότερης επαρχίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως το 1877.
ΚΕΝΤΡΙΚΟΣ βραχίων: Braţul Sulina (αρχαία ονομασία Καλόν στόμα ή Καλόστομον, βυζαντινή Σωλήν και Σουλινάς). Μήκος 63 χλμ. Μετά τα έργα του 1880-1902 έγινε ο σημαντικότερος δίαυλος για τη διακίνηση των πλοίων, ενώ ο πληθυσμός του οικισμού Σουλινά, πάνω στην έξοδο της θάλασσας (3.000 κάτοικοι το 1860), αυξήθηκε ραγδαία, καθώς δέχτηκε εκατοντάδες Αιγαιοπελαγίτες κι Επτανήσιους μετανάστες, κυρίως Ιθακήσιους, αλλά και πολλούς Μυκονιάτες, και ταυτόχρονα τους διπλωματικούς υπαλλήλους ή τους επιτετραμμένους των δεκατριών χωρών που διατηρούσαν προξενεία και υποπροξενεία στα αναπτυσσόμενα λιμάνια της παραδουνάβιας Τούλτσεας (αρχαία και βυζαντινή Αιγισός ή Αίγισσος) και της παραθαλάσσιας Κωνστάντζας (αρχαία Τόμις ή Τόμοι, βυζαντινή Κωνσταντία).
«Πλοία λογής-λογής κινούνται στο ποτάμι. Ανήκουν δε σε τόσα κράτη, που πιο πολύ διατηρώ στη μνήμη μου τα χρώματα, παρά τα σχήματα των σημαιών ενός εκάστου. Τα σιλό για τα σιτηρά και οι κρουνοί του πετρελαίου, δουλεύουν καθημερινώς σε πόλεις όπως το Γαλάτσι και η Κωνστάντζα. Πλήθος βαπόρια πάνε και έρχονται. Σε ένα από αυτά, στέκομαι στο κατάστρωμα και ακουμπιστός στην κουπαστή, βλέπω τον Δούναβι και τους αχανείς ορίζοντές του, έκθαμβος πάλι σαν τότε πούμουνα παιδί και αντίκρυζα πρώτη φορά τον ποταμό και τις αγαπητές, τις πανελεύθερές του πεδιάδες» (Ανδρέας Εμπειρίκος, «Αμούρ-Αμούρ»).
ΝΟΤΙΟΣ βραχίων: Braţul Sfintu Gheorghe, Άγιος Γεώργιος (αρχαία ονομασία Ιερόν στόμιον, βυζαντινή Άγιος Γεώργιος). Μήκος 113 χλμ. Είναι ο πλατύτερος και βαθύτερος φυσικός δίαυλος του Δούναβη, γι' αυτό και μέχρι να γίνουν τα έργα στον Σουλινά τον χρησιμοποιούσαν τα περισσότερα θαλασσινά πλεούμενα, μολονότι είναι πολύστροφος και κατά πολύ μακρύτερος από τον Σουλινά. Στα νότιά του ανοιγόταν ο μεγάλος κόλπος της Αλμυρίδος, που μεταβλήθηκε σε περιοχή γεμάτη λιμνοθάλασσες και έλη.